Αν ζούσαμε δύο αιώνες πριν στην Ερμούπολη θα είμαστε αντιμέτωποι με το νερό, τόσο με κείνο που θα μας έλειπε από κάθε καθημερινή χρήση, οσο και με αυτό που θα απειλούσε κάθε στιγμή της ζωης και της περιουσίας μας. Στην πρώτη περίπτωση εννοείται το πόσιμο και γενικότερα το γλυκό νερό· αντίθετα στη δεύτερη περιλαμβάνονται οσα νερά λίμναζαν, είτε θαλασσινά είτε ανάμικτα με κείνα που έφερναν οι βροχές.
Από την εικόνα αυτή τίποτα σχεδόν δεν γίνεται αντιληπτό σήμερα, καθώς μάλιστα περιδιαβάζουμε την Ερμούπολη και θαυμάζουμε τα κτίριά της. Μερικές φορές, βέβαια, θολωμένοι, όπως είμαστε από τις δυνατότητες δόμησης, που διαθέτουμε στις μέρες μας, νομίζουμε ότι όλα υπήρχαν και τότε, όπως π.χ. το γλυκό νερό. Όμως αν γυρίσουμε πίσω, οταν άρχισαν να έρχονται εδώ οι πάροικοι, μετά την έκρηξη της Επανάστασης του 1821 και στη συνέχεια τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους, θα διαπιστώσουμε ότι η εικόνα της περιοχης αυτής ήταν εντελώς διαφορετική.
Κοιτάζοντας από τη θάλασσα προς το νησί βλέπουμε οτι στη δεξιά πλευρά του λιμανιού μια ευρεία βαλτώδης παραλία κάλυπτε το στέρεο έδαφος ως περίπου τη σημερινή πλατεία Μιαούλη. Στην αντίθετη πλευρά, η γη κατέβαινε ομαλώτερα προς τη θάλασσα, αλλά και εδώ δεν έλλειπαν τα πλημμυρισμένα εδάφη της κάτω από το Νοσοκομείο και την εκκλησία της Κοίμησης1. Άλλωστε, μέρος του στερεού τμήματος αυτού, όπως η θέση π.χ. της Κοίμησης, ύπηρξε ένα από τα κατοικημένα τμήματα του νησιού και κατά την ύστατη αρχαία εποχή2.
H μικρή αυτή εισαγωγή μας δίνει την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε την πορεία του πληθυσμού, δηλαδή οσων εγκαταστάθηκαν στην παραλιακή ζώνη, το λιμάνι της Σύρου, να δούμε τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν σε ένα νησί με ελάχιστο πόσιμο νερό – με εξαίρεση κάποιες δυνατότητες για την προμήθεια πόσιμου νερού από την πηγή των Πανωσυριανων και τα λιγοστά πηγάδια της περιοχής. Πολύ μεγαλύτερη δυσκολία παρουσίαζε η προμήθεια γλυκού νερού, κατάλληλου για τις ανάγκες καθαριότητας, για το πότισμα καλλιεργειών, την κατακευή ύλικων δόμησης, όπως ασβέστης, πλίνθες, λάσπη, σοβάδες κτλ. Πράγματι οι πρώτες κατοικίες, αλλά και οι εγκαταστάσεις ήταν ξύλινες παράγκες η πλίθινες κατασκευές στηριγμένες σε τέσσερες ξύλινες βάσεις, μια και η χρήση πέτρας, εκτός από τις εγγενείς δυσκολίες εξόρυξης, παρουσίαζε προβλήματα μεταφοράς, αφού ως τότε μόνο οι αγροτικές περιοχές του νησιού ήταν προσβάσιμες από τους κατοίκους της Άνω Σύρου μέσω μονοπατιών.
Παρόλα αυτά, τόσο οι εγκαταστάσεις όσο και τα σπίτια κατασκευάστηκαν με όσα μέσα ύπήρχαν, σε πλημυρισμένα εδάφη, σε αμφισβητούμενες ιδιοκτησίες Πανωσυριανων η ακομα δίπλα στο χειμέριο κύμα. Έτσι οι εγκατασταθέντες δεν ηταν παρά μόνο ιδιοκτήτες των πενιχρών κατασκευών τους, ενω το έδαφος στήριξης των κατασκευών αυτών κατά ένα μεγάλο ποσοστό το διεκδικούσαν οι γηγενείς του νησιού. Για αυτό το λόγο άλλωστε, οι πάροικοι κατέβαλαν ενοίκιο στους Πανωσυριανούς κατόχους της γης, ενω εκείνοι που εγκαταστάθηκαν σε σημεία παραλιακά ηταν ύπόχρεοι απέναντι στο Ελληνικό Κράτος.
Οι επαγγελματίες εγκαταστάθηκαν κυρίως στην αριστερή πλευρά του λιμανιού, που πιο ομαλά κατέβαινε προς τη θάλασσα από το υπερυψωμένο έδαφος της Κοίμησης και του Νοσοκομείου. Η πρώτη εγκατάσταση των επαγγελματιών υπήρξε σε περιορισμένη έκταση. Στην ουσία, μέσα από το πέπλο που καλύπτει όσα χρόνια πέρασαν ως σήμερα, με δυσκολία μπορούμε να τους ξεχωρίσουμε. Οι ναυπηγοί π.χ. κατέλαβαν ένα σημαντικό κομμάτι για την εποχή, αποτελούμενο από αρκετά τότε τ.μ. και λίγα για μας σήμερα3. Το τμήμα αυτό ήταν παραλιακό, ενω ταυτόχρονα συνόρευε με τον ξηροπόταμο της Λαλακιάς. Δίπλα στους ναυπηγούς στριμώχθηκαν οι βυρσοδέψες· ηταν κι αυτοί μπροστά στη θάλασσα, σε ένα σημείο με άφθονο θαλασσινό νερό, κατάλληλο για τις εργασίες βυρσοδεψίας, χωρίς φυσικά να αγνοούμε και κάποια μικρή χρήση από μέρους τους γλυκού νερού. Ωστόσο δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι υπήρχαν αυστηρά όρια ανάμεσά σε ναυπηγούς και βυρσοδέψες. Αντίθετα, μάλιστα, τα πάντα σε αυτή την πλευρά, ιδιαίτερα κάτω απο το Νοσοκομείο και την Κοίμηση, ήταν ανακατεμένα: η παράγκα του Τελωνείου, τα υπό κατασκευή σκάφη, τα διάφορα μεγάλα κυρίως εργαλεία, η εγκατάσταση βυρσοδεψείων, οι αποθήκες διαμετακόμισης κτλ. Πολλοί ναυπηγοί όσο και βυρσοδέψες είχαν έρθει από την Χίο μετά την καταστροφή της, το 1822.
Ξαναγυρίζοντας στα 1829-1830 και στον ίδιο χώρο παρατηρούμε ότι εκεί βρίσκονταν η Κοίμηση4, το Νοσοκομείο, πίσω του το Νεκροταφείο5. Ακολουθούσαν σπίτια, ενω χαμηλότερα ήταν τα ψωμάδικα και οι πέντε μύλοι6, μύλοι, δηλαδή, άλεσης σταριού και ίσως πευκοφλιού, για την εξυπηρέτηση των βυρσοδεψείων. Εκεί επίσης ήταν ο χωρος της αγοράς «ο πλατύς δρόμος του παζαριού», όπως τον έλεγαν. Παλιότερα αυτό το τμήμα ήταν ένα βαλτώδες παράλιο7. Τα σημεία αυτά, από την έναρξη της εγκατάστασης των προσφύγων ως την άφιξη στην Ελλάδα του Όθωνα, είχαν μεταβληθεί και το απειλητικό βαλτώδες παράλιο του λιμανιού είχε γίνει στεγανό. Εκεί επίσης δημιουργήθηκε το Λαχανοπωλείο8, έγινε η αγορά κρεάτων, ψαριών, τα καφενεία κτλ. Σε αυτό το στέρεο πια έδαφος πηγαινοερχόταν ο κόσμος για να κάνει τις προμήθειες του, αλλά και να εργαστεί. Εκεί όπου το βαλτωδες, το γεμάτο νερά παράλιο, που στεκόταν απειλητικά απέναντι σε οσους ήρθαν για να βρούν καταφύγιο στη Σύρο, επιχωματώθηκε! Πως ακριβώς έγινε η επιχωμάτωση δεν είμαστε σε θέση να απαντήσουμε. Γνωρίζουμε, βέβαια, οτι τα έργα επιχωμάτωσης έγιναν σταδιακά με ιδιωτική πρωτοβουλία και ότι η πρώην βαλτώδης περιοχή γέμισε με ξύλινα η πλίθινα9 παραπήγματα, δηλαδή μαγαζιά, εργαστήρια, σπίτια.
Πάντως, από αυτή την εικόνα της τακτοποίησης έλειπε το πόσιμο νερό, ακόμα όμως και το «γλυκό». Η Δημογεροντία είχε φυσικά επισημάνει το πρόβλημα έλλειψης νερού προς την Κυβέρνηση και είχε προτείνει την εισαγωγή ύδροφυσιτικων μηχανων [αντλιων]· εκείνη είχε απαντήσει τότε (1833), μέσω της Νομαρχίας, να προμηθευτούν αμέσως ύδροφυσιτικές μηχανές και παράλληλα να κατασκευαστούν δεξαμενές στις εισόδους της πόλης10. Επί Δημογεροντίας ήδη (1834), μεταξύ των άλλων αιτημάτων που αναφέρθηκαν στην κυβέρνηση, τονίστηκε κι η ανάγκη μεταφοράς ποσίμου νερού με βρύσες εγκατεστημένες σε διάφορα σημεία της Ερμούπολης, μια και «δεν υπήρχε καμία» ως τότε11. Ωστόσο κανένας δεν πέθανε από δίψα. Πόσιμο νερό υπήρχε μέσα στην πόλη και ιδιαίτερα στον κήπο12 των Σαλάχα. Στον κήπο αυτό υπήρχαν δύο πηγάδια από τα όποια οι ιδιοκτήτες τους, πουλώντας το νερό, κέρδιζαν 2,50-3 δρχ. την ημέρα13. Ύπηρχε ακόμη το πηγαδάκι στην παραλία και τους βράχους των Βαποριών. Το πηγάδι αυτό εκμεταλλευόταν ως το 1841, χωρίς πολλά μάλλον κέρδη, ο Αναστάσιος Κομπιλίρης. Από το 1841, το απέκτησε ο Δημος, το επισκεύασε και έδινε το νερό δωρεάν14. Εκτός αυτών όμως, η βασική τροφοδότηση με πόσιμο νερό προερχόταν από την Πηγη της Άνω Σύρου, η οποία άπείχε μιση ώρα δρόμου από την Ερμούπολη. Τρεις χιλιάδες στάμνες15 περίπου κατέβαζαν καθημερινά οι νεροκουβαλητές και νεροκουβαλητριες για να ξεδιψάσουν 3.000 οικογένειες της πρώιμης Ερμούπολης, που σύμφωνα με την άπογραφη του 1834 άποτελούσαν 12.39316 ψυχές. Και ας μη θεωρηθεί ότι αυτό το νερό ήταν δωρεάν: κόστιζε 25 λεπτά το γέμισμα κάθε στάμνας17.
Πέρα πάντως άπό την κάλυψη των άναγκων των κατοίκων με πόσιμο νερό, ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα δημιουργουσε η αύξηση του πληθυσμου πάνω στο νησί, την αυξημένη κατανάλωση λαχανικων κυρίως, αλλά και η έλλειψη κάποιων οπωροφόρων δένδρων, για την παραγωγη φρούτων. Τόσο η ζητηση λαχανικων όσο και φρούτων άπαιτουσαν κατανάλωση γλυκου νερου. “Ετσι άρκετά χωράφια ιδιοκτησίας Πανωσυριανων, που ως τότε καλλιεργουντο χωρίς να έχουν πηγάδια η δέντρα, νοικιάστηκαν σε παροίκους το 1828, κυρίως, όμως, το 1829. Οι τελευταίοι, άντί καταβολης ενοικίου σε χρήμα, ήταν υποχρεωμένοι να τοιχογυρίσουν τα χωράφια, να άνοίξουν πηγάδια, να τοποθετησουν μαγκάνια, να τα καλλιεργησουν, να φυτέψουν δένδρα, με ένα λόγο της εποχής, να τα κάνουν «υποστατικά»18. Τα χωράφια αυτά βρίσκοντο στη θέση Λαλατσιά, δηλαδη κοντά στον γνωστό ξηροπόταμο της Λαλακιάς. Εκτός από τις παραπάνω συμφωνίες μεταξύ των ντόπιων ιδιοκτητών και των εποίκων, προβλεπόταν, σε περίπτωση αδυναμίας εκτέλεσης των συμφωνιών, η εξεύρεση νέου ενοικιαστη, προκειμένου αυτός πιά να πραγματοποιήσει τις ανεκπλήρωτες υποχρεώσεις του αρχικού ενοικιαστη. Πράγμα που προέκυψε, λίγους μηνες μετά την αρχική συμφωνία του 1829, μεταξύ των ιδιοκτητών ένός χωραφιού και των πρώτων ενοικιαστών. Οι καινούριοι ενοικιαστές έγιναν αμέσως δεκτοί από τους πανωσυριανούς ιδιοκτήτες. Οι νέοι ενοικιαστές, μάλιστα, έδωσαν την άδεια προς τους παλιούς ενοικιαστές «να έχουν το δικαιώμα να πλύνουν τα ρούχα των εις την στέρναν, οπου θέλει οικοδομηθη εις αυτό το υποστατικόν»19. Θα άξιζε να σχολιάσει κανείς τη σημασία της εξεύρεσης νερού και την αποθήκευσή του αργότερα σε στέρνα. Εκτός αυτού ομως, αρκεί μόνο, έστω και δειγματολειπτικά, να επισημάνουμε και κάποιους πηγαδάδες, που έδρασαν στην πρώιμη Ερμούπολη, δίνοντας ευχαρίστηση στους κατοίκους της πόλης αυτης να βρίσκουν τουλάχιστον λίγα λαχανικά. Πρόκειται για τον χιώτη Κωνσταντίνο Γλαράκη, τον Κύπριο Κωνσταντίνο Τζένιο, τους Μιχάλη Παγκαλη, ‘Ιωάννη Λυγαρίδη, τον χιώτη Γεώργιο Μυριακούδη20. Κι αυτά φυσικά δεν αποτελούσαν παρά μια ελάχιστη ανακούφιση για το πρόβλημα του συνόλου των κατοίκων της Ερμούπολης.
Περισσότερο πειστική φαίνεται να είναι η περιγραφή της Δημογεροντίας, η οποία το Δεκέμβριο του 1833 ανέφερε στην Κυβέρνηση οτι «αι κατοικίαι των Ερμουπολιτών έργα ανάγκης και αυστηράς οικονομίας και της αδηλότητος του μέλλοντος και της αφροντισίας των τότε Διοικήσεων είναι και σήμερον ακόμη τοιαύται εις τρόπον οτι δεν παρέχουσιν εις τους πολίτας σταθεράς ύγείας εχέγγυα. Μόλις μετά την παύσιν [του πολέμου] ανηγέρθησαν τα σήμερον σποράδην διακρινόμενα ολίγα οικοδομήματα, ολα δε τα λοιπά είναι χαμώγεια, χαμηλά και κακότεχνα»21. Ταυτόχρονα με την περιγραφή της κατάστασης των κατοικιών της Ερμούπολης από τη Δημογεροντία, ένα άλλο πρόβλημα έρχεται στην επιφάνεια: οι βροχές! Για την ανακούφιση της πόλης η Δημογεροντία,το Νοέμβριο του 1834, εισηγείτο στη Νομαρχία Κυκλάδων ότι έπρεπε «να δοθη μία φυσική διεύθυνσις των ύδάτων της βροχης να μη συμβαίνωσιν του λοιπού, αι τόσαι κατά τον χειμώνα ζημίαι και οι περί τας ιδιοκτησίας και την ζωήν κίνδυνοι» και συνέχιζε «να διαγραφώσι γενικοί οχετοί εντός της πόλεως, ώστε ολα τα ύδατα και ακαθαρσίαι των οικιών να διέρχωνται ύπογείως»22.
Όταν το 1837 αρχίσε να εφαρμόζεται το σχέδιο πόλεως και η διάταξη των σπιτιών να το ακολουθεί, τα περισσότερα από τα ανεγειρόμενα σπίτια είχαν δικές τους στέρνες προκειμένου να συγκεντρώνουν τα νερά της βροχής23. Στη συγκέντρωση των υδάτων συνέβαλαν και κάποιες στέγες των σπιτιών, κατασκευασμένες εν είδει ταράτσας, αλλά όχι φυσικά με τσιμέντο, αφού δεν υπήρχε αυτή την εποχή, αλλά με κουρασάνι. Το κουρασάνι κατασκευαζόταν από τριμμένο κεραμύδι, διαλυόταν με νερό, στρωνόταν στις στέγες κι αφού ξεραινόταν καλά, κρατούσε τα νερά της βροχής. Άπό τη στέγη τα νερά διοχετεύοντο με λούκια προς τα κάτω και το νερό τους έπεφτε στη στέρνα· έτσι όσοι είχανε στέρνα είχαν και νερό. Παράδειγμα αποτελεί η κατασκευή, το 1842, της οικίας Κωνσταντίνου Κατλά, όπου αναφέρεται: «τα δώματα θέλουν είσθαι με ταράτσα καλώς καμωμένη με κουρασάνι και με τα ολούκια της να φέρουν το νερόν εις την στέρναν», που θα κατασκεύαζε ο ίδιος τεχνίτης24.
Δυστυχώς τα νερά της βροχής δεν έπεφταν μόνο στις ταράτσες των σπιτιών και εν συνεχεία στις στέρνες. Στις 22 Δεκεμβρίου 1841, όπως αναγράφεται στα Πρακτικά του Δημοτικού Συμβουλίου, «το λαχανοπωλείον και αρτοποιείον εκ των πλημμυρων των ύδάτων κατέστησαν» αδιάβατα25. Φαίνεται πως όταν είχε λιθοστρωθεί η αγορά, δεν ακολούθησαν τις οδηγίες του μηχανικού του Δήμου. Ο μηχανικός Εμμ. Ζ. Ψύχας είχε συστήσει ηδη από τον Άυγουστο του 1841, ότι κατά την λιθόστρωση της αγοράς έπρεπε να μπούν «εσχάραι διά να ρέουν τα ύδατα της βροχής»26.
Την ίδια χρονιά είχε παρουσιαστεί τυφοειδής πυρετός στην πόλη προς την πλευρά όπου λίμναζαν τα νερά, «εντός και εκτός» της ιδιοκτησίας «του κυρίου Λαπιέρ»27. Το Δημοτικό Συμβούλιο, με βάση το έγγραφο της κεντρικής Διοίκησης, εισηγήθηκε να αποξηρανθεί το μέρος αυτό προς το Μυλαράκι, να «ανοιχθεί διωρυξ» και στο χείλος της θαλάσσης να κατασκευαστεί «μια δεξαμενή θολωτή», ούτως ωστε να συγκεντρωθούν τα νερά. Και συνέχιζε με τα εξής: «εκτός, ότι τα ύδατα θέλουν αποσυρθή, θέλουν χρησιμεύσει συγχρόνως καθό πόσιμα και εις ελλιμενιζόμενα πλοία»28. Δεν χρειάζεται ίσως στο σημείο αυτό να σχολιαστούν ιδιαίτερα οι επιπτώσεις των πλημμυρων στην ύγεία των κατοίκων της Ερμούπολης ουτε, φυσικά, οι ύλικές φθορές, που προέκυψαν από τις πλημμύρες και την στασιμότητα των ύδάτων του 1841 · αρκεί μόνο να σχολιαστεί το γεγονός οτι με τα νερά αύτά, «τα πόσιμα» μάλιστα, θα τροφοδοτούσαν τα «ελλιμενιζόμενα πλοία». Τόση ήταν η έλλειψη του νερού! Κι ομως, από την πλευρά της τοπικής διοίκησης, δηλαδή το Δήμο, από το Μάιο του 1841 είχε ξεκινήσει μια προσπάθεια εκσκαφων, προκειμένου να φτάσουν με ύδραγωγείο ως την “Ερμούπολη τα πόσιμα νερά δύο ισως πηγαδιων ενωμένων με τα νερά της πηγής της Νικολίτσας29. Ωστόσο, παρά τις δαπάνες που έγιναν για τα «προπαρασκευαστικά έργα» ανασκαφές κτλ., το υδραγωγείο αυτό δεν έφθασε ποτέ ως την σημερινή πλατεία Μιαούλη, όπως είχε αρχικά προβλεφθεί από τον μηχανικό του Δήμου ‘Εμμ. Ζ. Ψύχα30. “Ετσι η ζωή συνεχίζεται στην Ερμούπολη νερομαζεύοντας και νεροκουβαλώντας! Το μόνο ισως που ξεκούραζε κάπως τους νεροκουβαλητές ήταν η ύπαρξη αντλίας για την άντληση νερού, από το 1848 τουλάχιστον, επί της μελλοντικής πλατείας Όθωνος31. Φαίνεται, πάντως, ότι με το πέρασμα του χρόνου ο δρόμος που οδηγούσε προς την πηγη της Νικολίτσας, δηλαδη η «οδός του Φύλακος»32, είχε ήδη φθαρεί, πράγμα που αντιμετωπίστηκε από το Δημο το 1856, άλλά και το 1857, όταν ανατέθηκε στο μηχανικό Αλέξ. Γεωργαντά να επισκευάσει «την οδό του Φύλακος και τη δημοτικη δεξαμενη»33.
Στη συνέχεια, άφου ο διευθυντης του Μηχανικου της Νομαρχίας Ν. I. Σουτσος επισκέφτηκε την πηγη του Φύλακος, της Νικολίτσας δηλαδη, γράφει προς τη Δημαρχία “Ερμούπολης: «Επιθεωρήσας αυτοπροσώπως την πηγην του φύλακος και ιδών εν καιρω χεμωνος γενομένην άπώλειαν του τοσούτου πολυτίμου εις την πόλιν ταύτην ύδατος, λαμβάνω την τιμην να σας διευθύνω υπολογισμόν διά την κατασκευην υδραγωγου εκτάσεως 160 μέτρων φέροντος εις την πόλιν, το περισσευον ύδωρ της πηγης ταύτης». Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του I. Ν. Σούτσου, για τα 160 μέτρα κτιστου υδραγωγου «προσεγγίζοντος τα περισσεύοντα ύδατα της πηγης εις την πόλιν» άπαιτουντο 1.120 δρχ.34. ‘Άλλά και αυτός ο υδραγωγός, όσο και αν πλησίαζε την πόλη, ήταν πολύ περιορισμένης έκτασης, βρισκόταν σε άπόσταση 160 μέτρων άπό την “Ερμούπολη.
Από την χρονικη αυτη περίοδο (1858), εγκαταλείπεται άπό την πλευρά του Δημου η κατασκευη υδραγωγείου για τη μεταφορά των υδάτων άπό την πηγη του Φύλακος προς την Ερμούπολη και αρχίζει μια νέα προσπάθεια για την τροφοδότηση της πόλης με νερό άπό το Επισκοπειό. Το 1859 ο ‘Ιταλός αρχιτέκτονας Πέτρος Σαμπώ προσπαθουσε για λογαριασμό του Δημου Ερμούπολης να μεταφέρει στην πόλη πόσιμο νερό άπό την πηγη του ‘Επισκοπειου35. Αλλά και η προσπάθειά αυτη δεν ευοδόθηκε. Οι εργασίες του Σαμπώ στο Επισκοπειό πρέπει να συσχετιστουν36 με τον διορισμό του, το 185937, ως Δημοτικού μηχανικού, με σκοπό την εφαρμογή του σχεδίου πόλεως. Στη συνέχεια, στο πλαίσιο εφαρμογης του σχεδίου πόλεως, ο ίδιος ανέλαβε την πραγματοποιήση διαφόρων μεγάλων έργων της Ερμούπολης, όπως ήταν του Δημοτικού Καφενείου, της Λέσχης, του Θεάτρου. Ένα από τα πρώτα έργα του Σαμπώ αποτελεί η οικοδόμηση του Δημοτικού Καφενείου38 το 1862. Ωστόσο για την ανέργερση του κτιρίου αυτού δεν χρησιμοποιήθηκε γλυκό νερό, αλλά θαλασσινό. Η πληροφορία αυτή προκύπτει από μια έκθεση του 1882 των δημοτικών αρχιτεκτόνων I. X. Βλυσίδη και Δ. Γ. ‘Ελευθεριάδη, οι όποιοι προκειμένου να επισκευάσουν το κτίριο, το 1882, ανέφεραν τα έξης: «το οικοδόμημα τούτο απ’ αρχης πλημμελώς εγερθέν, χρησιμεύσαντος του θαλασσίου ύδατος προς σβέσιν του ασβέστου και μίξιν των κονιαμάτων και εκ της γειτνιάσεως προς την θάλασσαν απαιτεί επισκευήν γενικήν»39. Κατά την ανέγερση της Λέσχης, το 1862, δεν πρέπει να χρησιμοποιήθηκε θαλασσινό νερό. Διότι η θέση του οικοπέδου βρισκόταν πολύ κοντά στα πηγάδια του κήπου των Σαλάχα, αφού μάλιστα ο κηπος αυτός από το 184840 είχε περιέλθει με αγορά στο Δημο, προκειμένου να συμπεριληφθεί στο σχηματισμό της κεντρικης πλατείας της “Ερμούπολης. Πέρα από τα πηγάδια αυτά, ένα ακόμη πηγάδι είχε εμφανιστεί το 184941 στη θέση που είχε προσδιοριστεί από τον Weiler στο σχέδιο πόλης42 για την οικοδόμηση του Θεάτρου. Το πηγάδι αυτό φαίνεται οτι τροφοδότησε με το νερό του την οικοδομή43 του Θεάτρου. Το ίδιο το θέατρο μάλιστα το αγκάλιασε, το κράτησε μέσα του και το λέω αυτό με την ανθρώπινη σημασία της λέξης. Το κρατάει ακόμη και σήμερα! Δύο έγγραφες μαρτυρίες διατηρήθηκαν ως εμάς: η πρώτη από το σχεδιάγραμμα κάτοψης του θεάτρου της 26 Ιανουαρίου 1862, οπου σχεδιογραφείται η θέση του μέσα στο θέατρο με ένα σχημα στρογγυλό (το πηγάδι)44. Η δεύτερη μαρτυρία προέρχεται από τη σύνταξη προϋπολογισμού γενικής επισκευής του Θεάτρου από τον δημοτικό αρχιτέκτονα Δ. ‘Ελευθεριάδη της 11 Σεπτεμβρίου 1875. Εκεί γράφει ο ‘Ελευθεριάδης: «Επισκευή του πατώματος της επιτροπης και του πατώματος της πλατείας του θεάτρου ένθα υπάρχει το φρέαρ, ήτοι κατασκευή εκ διπλοσανίδων πώματος νέου στεραιού μετά της επισκευής των πέριξ περιθεμάτων δρ. 25»45.
Ενώ ανεγείρεται το Θέατρο και κατά την κατασκευή του χρησιμοποιείται από τον αρχιτέκτονα Σαμπώ το πολύτιμο νερό ενός παραδοσιακού πηγαδιού, ένας πιο εξειδικευμένος μηχανικός επιλέγεται από μέρους του Δήμου για την οριστική λύση του προβλήματος υδροδότησης της πόλης. Πρόκειται για τον Vaugarny. Ο ίδιος ηταν μηχανικός, ειδικός στα υδραυλικά έργα, και με την ειδικότητα του «μηχανικού ύδραυλιστή» προσπαθούσε να μεταφέρει για τους κατοίκους της Ερμούπολης το πόσιμο νερό της πηγής του Επισκοπειού. Ένα από τα τεκμήρια της εργασίας του αποτελεί το αρχιτεκτονικό του σχέδιο υδροδότησης της Ερμούπολης (26 Νοεμβρίου 1869). Οι εργασίες του Vaugarny συνεχίστηκαν και το 187046. Ωστόσο ούτε αυτή η προσπάθεια είχε αποτέλεσμα! Έτσι το πρόβλημα τροφοδότησης της “Ερμούπολης με νερό εξακολουθούσε να ύφίσταται.
Όταν ο Ερνέστος Τσίλλερ σχεδίαζε το Δημαρχείο, σε ένα από τα σχέδιά του (του Σεπτεμβρίου 1871) αναφέρονται «Δεξαμεναί τέσσερεις»· τόσο πολύ τον απασχολούσε το πρόβλημα της λειψυδρίας στην “Ερμούπολη. Το σχέδιο αυτό δεν φαίνεται να εφαρμόστηκε, αντ’ αυτού όμως, κατά την ανέγερση του Δημαρχείου το 187647, χρησιμοποιήθηκε κάποιο άλλο, που φέρει στο κέντρο των δύο προβλεφθέντων αιθρίων ανά μία δεξαμενή48. Η αποθήκευση νερού σε ένα Δημαρχείο είναι σχεδόν αυτονόητο ότι αποσκοπούσε στην ύδρευση του οικοδομικού συγκροτήματος και βέβαια την κατάσβεση ενδεχόμενης πυρκαγιάς.
Από όσα γνωρίζουμε για τα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου, οι “Ερμουπολίτες στηρίχθηκαν στις ως τότε ύπάρχουσες δυνατότητες: την απόκτηση πόσιμου νερού από την πηγή της Νικολίτσας ή από κάποια πηγάδια, που υπήρχαν ήδη49. ‘Επίσης από τα πηγάδια, που άνοιγαν οι ιδιοκτήτες των νέων σπιτιών στον ελεύθερο χωρο, δηλαδή στους κήπους τους50. Παράλληλα, σημαντικό ρόλο στην συγκέντρωση υδάτων έπαιζαν και οι στέρνες των κατοικιων και καταστημάτων.
Από τον Αύγουστο του 1915 ομως, παρατηρούμε στα Πρακτικά του Δήμου μια αιτηση ιδιωτων για την τροφοδοσία της πόλης με νερό. Οι επιχερηματίες Κρυστάλης και Τσαγκαράκης ζητούσαν να χρησιμοποιήσουν τους δρόμους της πόλης προκειμένου να εκτελέσουν τα αναγκαία έργα μεταφοράς του νερού στην “Ερμούπολη από τα πηγάδια «Αρακά»51. Σκοπός των παραπάνω ήταν να ξεκινήσουν από το δρόμο του Πτωχοκομείου και να χρησιμοποιήσουν σωλήνες. Οι σωλήνες αυτοί θα τοποθετούντο στα ρείθρα των δρόμων, ώσπου να φθάσουν στην ηλεκτρική εταιρεία, δηλαδή εκεί θα ήταν το τέρμα της μεταφοράς νερού στην “Ερμούπολη. Το σχέδιο αύτό έγινε δεκτό και θα ίσχυε για δέκα χρόνια. Ο Δήμος διατηρούσε, όμως, το δικαίωμα εγκατάστασης υδραγωγείου για τη γενικότερη ύδρευση της πόλης. Στην περίπτωση εγκατάστασης υδραγωγείου, ο Δήμος θα διέκοπτε τη σύμβαση με τους προαναφερθέντες, αποζημιώνοντας τους για τις σωληνώσεις τους52.
Αλλά η ιστορία με την τροφοδοσία της Ερμούπολης δεν τελειώνει εδω. Η τύχη το θέλησε να συμπληρωθεί ένας αιώνας (1823-1923) έως οτου αποκτήσει η Ερμούπολη τρεχούμενο νερό. Στις 22 Νοεμβρίου του 1923 υπεγράφη η σύμβαση μεταξύ του Δήμου και των Ελβετων μηχανικων Αιμ. Φάουστερ και Χρ. Ρίφφελ. H σύμβαση προέβλεπε διάρκεια ύδρευσης της “Ερμούπολης πενήντα ετων. H τροφοδοσία του δικτύου ύδροδότησης θα γινόταν με άντληση από τα νερά Νικολίτσας και της Πηγής, όπως και όσων άλλων πηγων υπήρχαν στη Σύρο. H σύμβαση, κατά πρωτο λόγο, αφορούσε την ύδρευση των κατοίκων της Ερμούπολης και τον ανεφοδιασμό με νερό των πλοίων, που προσέγγιζαν στο λιμάνι της. H ιδια σύμβαση, κατά δεύτερο λόγο, προέβλεπε πότισμα των αγρών, αν οι ποσότητες νερού επαρκούσαν για την ύδρευση της πόλης53. Κι εδώ, για μας, τελειώνει το πρόβλημα ύδρευσης της Ερμούπολης από τα πηγαία νερά της Σύρου. Πάρα πολλά έγιναν, ιδιαίτερα με την τροπολογία της σύμβασης, το 192754. Μένουμε, ομως, με μια απορία: Άραγε τα πηγαία νερά της Σύρου έφθαναν;
Ανακοίνωση στα Σεμινάρια της Ερμούπολης 2008.
1. ‘Ανδρέας Κ. Φραγκίδης, Ιστορία της νήσου Σύρου, Αθήνα 1975, σ. 387, σχετικά με τα παραλιακά εδάφη.
2. Τιμολέων Δ. Άμπελάς, Ιστορία της νήσου Σύρου, Ερμούπολη 1874, σ. 299 και 478.
3. ΓΑΚ ΑΝΚ (Γενικά Άρχεία του Κράτους-‘Άρχεία Νομού Κυκλάδων), Τ/Δημ. Έργα, φ.230, ‘Επιστολή Νικ. I. Παγίδα, 1 Φεβρ. 1857 και Δ/B Πρακτικά, Συνεδρίαση ΙΓ’, 4 Φεβρ. 1857· Δ/B Ψηφίσματα, αρ. 5, Συνεδρίαση ΙΓ’,20 Δεκ. 1863, αναφορά σχεδίου διεύθυνσης Μηχανικού· Δ/B Πρακτικά, Συνεδρίαση ΜΘ’, 29 Σεπτ. 1861, πρόταση Παγίδα για αλλαγή θέσης ναυπηγήσεων του.
4. Κτίστηκε το 1829-1830.
5. ΓΑΚ ANK, Δημογεροντία, βιβλ. 3, Εξερχόμενα, 3 Δεκ. 1834
6. ΓΑΚ KY (Κεντρική “Υπηρεσία), Συμβολαιογράφος Σκ. Μάξιμος, βιβλ. 4, αρ. 2468, αναφορά για το 1828 πέντε μύλων.
7. ΓΑΚ ΚΥ, Συμβολαιογράφος Σκ. Μάξιμος, βιβλ. 3, αρ. 2913,13 Μαρτ. 1829.
8. Σχετικά με το Λαχανοπωλείο και την ανέργερση των εννέα ξύλινων παραπηγμάτων του το 1835 βλ. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δημογεροντία, βιβλ. 7, σ. 25-26.
9. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δημογεροντία, βιβλ. 3,13 Απρ. 1834· στο ίδιο, 2 Ιουν. 1834, σχετικά με τα ξύλινα εργαστήρια και οικοδομές στην αγορά και την παραλία· πβ. και Συμβολαιογράφος Ανδρέας Δαυίδ, αρ. 145, συνημμένο στον αρ. 15558, 9 Μαρτ. 1835, όπου αναφέρονται μπαράγκες.
10. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δημογεροντία, βιβλ. 2, Αυγουστος 1833.
11. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δημογεροντία, βιβλ. 3, Εξερχόμενα (1833-1835), 1 Νοεμ. 1834 και Τ. Αμπελάς, ο.π., σ. 639
12. Πρόκειται για τη σημερινή πλατεία Μιαούλη.
13. ΓΑΚ ANK, Δικαστικά, φ.5Α, Απόφαση εφετείου Άθηνων, 28 Ίαν. 1841 (περιβόλι των Σαλάχα, όπου υπηρχαν δύο πηγάδια). Τα πηγάδια αυτά σκεπάστηκαν για να μην συμβεί κάποιο δυστύχημα στα μικρά παιδιά. Πβ. Προτάσεις Δημάρχου 1* (1840-1848), Συνεδρίαση 3 ‘Οκτ.1841, αρ. 64: «Ωσαύτως εδαπανήσαμεν και ετέρας δρχ. 165,75 δι’ επισκευήν οχετών, και δια το σκέπασμα των κειμένων εντός της πλατείας ‘Οθωνος φρεάτων προς άποφυγην ενδεχομένου τινός κακού εις τα μικρά παιδία κατά τον επισυναπτόμενον λογαριασμόν του τέκτονος Α. Τζαλίκη».
14. ΓΑΚ ANK, Δικαστικά Δ/Α, ‘Επιστολη Μιχαηλ Ναύτη προς το Δήμαρχο “Ερμούπολης, 27 Σεπτ. 1885. Το αχρονολόγητο και ανυπόγραφο σχεδιάγραμμα, που περιέχεται στον ίδιο φάκελλο, πρέπει να έχει γίνει μετά το 1841, οπότε και έγινε η επισκευη του πηγαδιου από το Δήμο.
15. ΓΑΚ ΑΝΚ, Προτάσεις του Δημάρχου, αρ. 98,24 Οκτ. 1841.
16. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δημογεροντία, βιβλ. 3, Απογραφή, 28 Ιουν. 1834.
17. στο ίδιο. Συμφωνα με τους υπολογισμούς του Δημάρχου, το ποσό των 25 λεπτων άνά οικογένεια αντιστοιχούσε σε συνολική δαπάνη 750 δρχ. ημερησίως.
18. ΓΑΚ ΚΥ, Συμβολαιογράφος Σκ. Μάξιμος, βιβλ. 3, αρ. 2521, 12 Δεκ. 1828 και αρ. 3473 · αρ.2559, 19 Δεκ. 1828 · αρ. 2747, 4 Φεβρ. 1829 · αρ. 2783, 11 Φεβρ. 1829 · αρ. 2819, 19 Φεβρ . 1829 · αρ.3164, 1 Μαρτ. 1829.
19. ΓΑΚ ΚΥ, Συμβολαιογράφος Σκ. Μάξιμος, βιβλ. 3, αρ. 3049, 6 Απρ. 1829.
20. ΓΑΚ ΑΝΚ, Συμβολαιογράφος Ανδρέας Δαυίδ, βιβλ. 15, αρ. 1858, 22 Σεπτ. 1834.
21. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δημογεροντία, βιβλ. 3, η Δημογεροντία προς τη B. Νομαρχία, 21 Δεκ. 1833.
22. ΓΑΚ ΑΝΚ,Τ/Σχ. Πόλεως, φ. 8, Δημογεροντία, 1 Νοεμ. 1834, άρθρα 2 και 5.
23. ΓΑΚ ΑΝΚ, Συμβολαιογράφος Άνδρέας Δαυίδ, Συμβόλαιο αρ. 10939, 27 Άυγ. 1840 σχετικά με την λιθόκτιστη οικοδομή και στέρνα του Ανδρέα Κοή, οικοδομημένη το 1838 από τον αρχιτέκτονα Αντ. Τζαλίκη. H παραπάνω λιθόκτιστη οικοδομή αποτελεί ένα από τα παραδείγματα.
24. ΓΑΚ ΑΝΚ, Συμβολαιογράφος Ανδρέας Δαυίδ, Συμβόλαιο αρ. 13093, 18 Μαρτ. 1842 μεταξύ Ζωρζή Γλύκα σοβατζή και ιδιοκτήτη Κ. Κατλά για την οικοδόμηση οικίας.
25. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δ/B, Προτάσεις του Δημάρχου 1* (1840-1848), αρ. 146, 22 Δεκ. 1841 και Δ/B, Πρακτικά, 3 Απρ. 1842
26. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δ/B, Προτάσεις του Δημάρχου 1* (1840-1848), αρ. 68, Συνεδρίαση 18 Αυγ.1841.
27. Ο Λαπιέρ ήταν ο σύζυγος της Σαλάχα. Σχετικά με τον τυφοειδή πυρετό κτλ. βλ. ΓΑΚ ΑΝΚ, Πρακτικά, Συνεδρίαση 24 Οκτ. 1841 και Δ/B, Προτάσεις του Δημάρχου, αρ.169.
28. ΓΑΚ ΑΝΚ, Πρακτικά, Συνεδρίαση 24 Οκτ. 1841 και Δ/B, Προτάσεις του Δημάρχου, αρ.169
29. H Πηγή της Νικολίτσας ήταν γνωστή με το ονομα αυτό από τον 18ο αιώνα, σύμφωνα με πληροφορίες που μου έδωσε ο φιλόλογος κ. Βαγγέλης Ρούσσος, τον οποίο ευχαριστώ και από τη θέση αυτή. Το όνομα της πάντως μπορεί να δηλώνει όνομα ιδιοκτησίας. H πηγή της Νικολίτσας βρίσκεται στο δρόμο προς τον οικισμό της Άνω Σύρου. Είναι προς βορράν της ορθόδοξης εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου και της γνωστής πηγής Φύλακος. Ο Φύλαξ είχε διοριστεί από το Δήμο “Ερμούπολης το 1845 · βλ. Πρακτικά, Συνεδρίαση 21 Ιουν. 1845. Φαίνεται ότι και αυτήν την πηγή διεκδικούσε ο Δήμος της Άνω Σύρου καθώς το Δ.Σ της Ερμούπολης απορρίπτει, το 1853, αίτημα αποζημίωσης «των δημοτών της Άνω Σύρου «για τα «ύδατα της Νικολίτσας». Αίτημα, που είχε φθάσει ήδη στη Νομαρχία · βλ. ΓΑΚ ΑΝΚ, Πρακτικά Δ.Σ, Συνεδρίαση 2 ‘Οκτ.1853. Το 1856 ο Δήμαρχος Άνω Σύρου, με επιστολή του της 25 Απρ. 1856 προς τον Δήμαρχο Ερμούπολης, ζητούσε να τοποθετηθεί από το Δήμο Ερμούπολης υδροφύλακας στην πηγή Νικολίτσας, γεγονός που δείχνει οτι δεν ίσχυε πλέον ο αρχικός διορισμός φύλακος του 1845 · βλ.επιστολή Δημάρχου Άνω Σύρου στα ΓΑΚ ΑΝΚ,Τ/ Σχ. Πόλεως, φ. 22β · Πρακτικά Δ. Σ., Συνεδρίαση 27 Απρ.1865, νέος διορισμός φύλακα στην πηγή της Νικολίτσας
30. ΓΑΚ ΑΝΚ, Συμβολαιογράφος ‘Ανδρέας Δαυίδ, Συμβόλαιο αρ. 54825, 6 Μαίου 1841· Δ/Β, Προτάσεις του Δημάρχου 1* (1840-1848), έγγραφα της 25,26 Μαίου 1841, 3 η 9 Ιουλ. 1841 και 5 Αυγ. 1841, όπου αναφέρεται οτι η ανασκαφή του Δήμου Ερμούπολης εγγίζει στο τέλος της και αν γίνει και άλλη μία ακόμη ίσως να μη χρειαστούν τα νερά της Πηγής για το υδραγωγείο Ερμούπολης. Σχετικά με την αναφορά αποξήρανσης της λίμνης στο Μυλαράκι βλ. αρ. 52,53 και Δ/Β, Προτάσεις του Δημάρχου της 24 ‘Οκτ. 1841. Σχετικά με την κάλυψη των εξόδων του Υδραγωγείου, πρόταση εράνου μέσω των συντεχνιών. Προτάσεις του Δημάρχου, Συνεδρίαση της 20 Φεβρ. 1842, σχετικά με τη σύνταξη λεπτομερούς προϋπολογισμού του Υδραγωγείου. Βλ. Τ. Δ.Αμπελάς, ο.π., σ. 664 τα σχετικά με την έκταση του Υδραγωγείου ως την πόλη και την αποτυχία της μεταφοράς ύδατος · πβ. ΓΑΚ ΚΥ, ‘Οθωνικόν Άρχείον, “Υπ. ‘Εσωτ., φ. 227, αρ. 752, H γραμματεία Υπουργείου Εσωτερικων προς τον Οθωνα περί του Υδραγωγείου Ερμουπόλης, 10 Μαρτ. 1843.
31. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δ/Β, Προτάσεις του Δημάρχου 1* (1840-1848), αρ. 168 και Δ/Β,Πρακτικά,1* (1840-1848), Συνεδρίαση 6 ‘Οκτ. 1848, σχετικά με την αντλία στην πλατεία Οθωνος. Αντλία υπήρχε και στο Κρεοπωλείο · την είχαν κατασκευάσει οι μηχανικοί της Ερμούπολης, αλλά «δεν επέτυχον».
32. Στην πηγή της Νικολίτσας, με απόφαση του Δ.Σ., είχε τοποθετηθεί φύλακας το 1845. Πρακτικά Δ.Σ., Συνεδρίαση 21 ‘Ιουν. 1845, διορισμός υδροφύλακα.
33. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δ/Β, Πρακτικά Δ.Σ., Συνεδρίαση 1 ‘Ιουν. 1856· Δ/Β, Ψηφίσματα, αρ. 324, Συνεδρίαση 12 Νοεμ. 1857, ανάθεση στον ‘Αλ. Γεωργαντά. Σχετικά με τον φύλακα της πηγής Νικολίτσας βλ. Επιστολή Δημάρχου Άνω Σύρου προς τον δημαρχο Ερμούπολης, 25 Απρ. 1856 · Τ/Σχ. Πόλεως, φ. 22β και για το νέο διορισμό φύλακος της πηγης Νικολίτας ΓΑΚ ΑΝΚ, Πρακτικά Δ.Σ., 27 Απρ. 1856.
34. ΓΑΚ ΑΝΚ, Τ/Σχ. Πόλεως, φ. 22, η Διεύθυνσις του Μηχανικού Κυκλάδων (Ν. I. Σουτσος) προς την Δημαρχίαν Ερμουπόλεως, 2 Ιαν. 1858. Υποθετικός Υπολογισμός από τον Ν. I.Σουτσο της 2 Ιαν. 1858.
35. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δ/Β, Πρακτικά συνεδρίασης της 9 Νοεμ. 1859, ανακοίνωση Δημάρχου για τη μεταφορά νερου στην πόλη από την πηγη του Επισκοπείου, για την οποία εργάζεται ο Π. Σαμπώ.
36. Κατά την ‘Εθνικη συνέλευση του 1843 απαγορεύτηκε στους ετερόχθονες και στους ξένους να προσλαμβάνονται σε δημόσιες υπηρεσίες. Στην περίπτωση του Σαμπώ, το υπουργείο εσωτερικων διαβεβαίωσε το Δημαρχο, ότι αν επρόκειτο για την εφαρμογη του σχεδίου πόλεως δεν υπηρχε θέμα προσληψης άλλοδαπου στο Δημο. Δ/Β Πρακτικά, Συνεδρίαση της 9 Νοεμ.1859.
37. Ο Σαμπώ προσελήφθη με ψήφισμα την 20 Δεκ. 1859.
38. Χρ.Αγριαντώνη – Αγγ. Φενερλη, Έρμούπολη – Σύρος, Ιστορικό ‘Οδοιπορικό, Αθήνα 2000, σ. 37, όπου η φωτογραφία του Δημοτικού Καφενείου, όπως διατηρείτο πριν από τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.
39. ΓΑΚ ΑΝΚ, Τ/Δημ. Έργα, φ. 109, έγγραφο των Δημ. Αρχιτεκτόνων της 28 ‘Ιαν. 1882.
40. Χρηστος Λούκος – Πόπη Πολέμη, Οδηγός Δημοτικού Αρχείου Ερμουπόλεως 1821-1949, Αθήνα 1987, σ. 224.
41. ΓΑΚ ΑΝΚ, Ψ1, Συνεδρίαση ΚΖ’,21 ‘Ιαν. 1849, αναφορά «αναφανέντος τρίτου φρέατος».
42. ΓΑΚ ΑΝΚ, Plan de la ville d’HERMOUPOLIS sur l’ile de Syra. Legende (με το Κεφαλαίο H σημειώνεται από τον Weiler η θέση του Θεάτρου).
43. Ι.Τραυλός – Α. Κόκκου, Ερμούπολη, Αθήνα 1980, σ. 126 (οικοδομή Θεάτρου 1862 – αρχές 1863).
44. ΓΑΚ ΑΝΚ, Σχεδιοθήκη 2, αρ. 53 (το σχέδιο αυτό βρίσκεται στο Μουσείο της Ερμούπολης).
45. ΓΑΚ ΑΝΚ, Τ/Δημ. Έργα, φ. 122, Έγγραφο επιτροπής Θεάτρου της 3 Σεπτ. 1875 και προϋπολογισμός δαπανών επισκευών Θεάτρου της 11 Σεπτ. 1875, «Επισκευή του εν τη πλατεία κειμένου σώματος του φρέατος, ίνα μη συμβή δυστύχημα τι (πώματος πηγαδιού)». Περιθέματα εδώ= εμπόδια.
46. ΓΑΚ ΑΝΚ, Σχεδιοθήκη 2, αρ. 30, σχέδιο της 26 Νοεμ. 1869 και Δ/B, Πρακτικά, Συνεδρίαση 4 ‘Ιουν. 1870, ψηφ. 20.
47. Ι.Τραυλός – Α. Κόκκου, ο.π., σ. 138.
48. Bλ. πρόχειρα τη φωτογραφία του δεξιού αιθρίου στον οδηγό Έρμούπολη-Σύρος, ο.π., σ. 6.
49. ΓΑΚ ΑΝΚ,Τ/Δημ. Έργα, φ. 22, έγγραφο της 19 Δεκ. 1884, όπου αναφέρεται ότι ύπήρχαν πηγάδια στην πλατεία Αγίου Νικολάου, αλλά κατά την τροποποίησή της, το 1884, υπέστησαν βλάβη.
50. Νέα σπίτια των Ερμουπολιτών θεωρούμε όσα έγιναν μετά την εφαρμογή του σχεδίου πόλεως.
51. ΓΑΚ ΑΝΚ, Δ/Β, Πρακτικά Δ.Σ., 12 Αυγ. 1915 και 3 Οκτ. 1915.
52. ΓΑΚ ΑΝΚ Δ/Β, Πρακτικά Δ.Σ., 25 Μαίου 1916. H ηλεκρική εταιρεία στεγαζόταν στο οίκημα οπου στεγάζεται σήμερα η Πυροσβεστική.
53. ΓΑΚ ΑΝΚ, Έκθεσις της Δημοτικής Επιτροπής του Δήμου Έρμουπόλεως περί των εκτελεσθέντων Δημοτικών έργων κατά το οικονομικόν έτος 1924-1925, Σύρος 1924· Γ. Γερασιμίδης, Το Πανόραμα της Σύρου, Σύρος 1933, σ. 51-52, σχετικά με την χρονιά υπογραφής του συμβολαίου με αρ. 22308 στον συμβολαιογράφο Ν. Κουντούρη μεταξύ του Δημάρχου Ε. Παπαδάμ και των Ελβετων Αιμ. Φάουστερ και Χρ. Ρίφφελ..
54. ΓΑΚ ΑΝΚ, Πρακτικά Δ.Σ., Συνεδρίαση 21 Ιαν. 1926 (αιτήματα του Δήμου Ερμούπολης, που εκπληρώθηκαν με την τροπολογία του 1927)
κ. Παναγή Παναγιωτόπουλο, Επίκουρο Καθηγητή Κοινωνιολογίας στο
Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ
τον οποίο ευχαριστούμε θερμά.
Πηγή: Περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, Τεύχος 51/ Δεκέμβριος 2009