Οι ΟΠΙ είναι αυτοφυείς και το ιστορικό αφήγημα που παράγουν δημιουργείται συμμετοχικά.
της Νόρας Ράλλη
Τι συνιστά ιστορική πηγή; Τι είναι η Ιστορία; Πώς γράφεται; Πώς καταγράφεται; Ποια η μικροϊστορία και ποια η σπουδαιότητα της προφορικής αφήγησης/μαρτυρίας; Πώς προσεγγίζουμε ως ερευνητές αλλά και ως μελετητές/αναγνώστες αυτά τα ζητήματα; Γιατί έχει ανοίξει εκ νέου ο διάλογος (σε δημόσιο αλλά και ακαδημαϊκό επίπεδο) γύρω από το αν η προφορική Ιστορία συνιστά πράγματι αναγνωρισμένη ιστορική πηγή και υπό ποιες προϋποθέσεις; Και γιατί όλα αυτά επανέρχονται στο σήμερα με μεγάλη βαρύτητα;
Ολα τα παραπάνω ερωτήματα είναι μόνο ενδεικτικά μιας μεγαλύτερης συζήτησης που έχει ανοίξει γύρω από ζητήματα ιστορίας, ιστοριογραφίας (ο τρόπος προσέγγισης και καταγραφής της Ιστορίας), προφορικών αφηγήσεων κ.λπ.
Μιας συζήτησης εξαιρετικά σημαντικής εξαιτίας επίσης σοβαρών λόγων – κατ’ αρχάς, ο ίδιος ο Χομπσμπάουμ είχε πει πως «Η Ελλάδα παράγει περισσότερη Ιστορία απ’ ό,τι της αντιστοιχεί». Μπορούμε να αναρωτηθούμε και για το «πόση καταναλώνουμε» βέβαια, αλλά και μόνο αυτή η ρήση του μεγάλου αυτού ιστορικού αρκεί για να καταλάβουμε το πόσο καίριο είναι να ξέρουμε και πώς να παράγουμε αλλά και πώς να προσεγγίζουμε, ερευνούμε και μελετάμε (πόσο μάλλον να γράφουμε κιόλας) την Ιστορία (και τη δική μας).
Από κει και πέρα, είναι γνωστό πως ειδικά από τις αρχές της οικονομικής κρίσης το ενδιαφέρον των αναγνωστών για ιστορικά εγχειρίδια αυξήθηκε. Ταυτόχρονα ξεκίνησε και μια τάση έντονου αναθεωρητισμού της Ιστορίας από συγκεκριμένους συγγραφείς, η οποία και αυτή με τη σειρά της πρέπει και να μας προβληματίσει και να την προσεγγίσουμε με προσεκτικό βλέμμα, αν δεν θέλουμε να καταλήξουμε σε βιαστικά συμπεράσματα που ίσως τους «δικαιώσουν».
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στην «Εφημερίδα των Συντακτών» ΕΔΩ