Είναι ευρύτερα αποδεκτό ότι ο Χριστιανισμός ενέταξε στην καθημερινότητα των πιστών γιορτές ειδωλολατρικής προέλευσης, αφού πρώτα αναδιαμόρφωσε το περιεχόμενό τους ώστε να ταιριάζει με το θρησκευτικό του πλαίσιο. Στη συνέχεια θα δούμε πώς ήταν τα «Χριστούγεννα» στην αρχαία Ελλάδα.
Το
Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων αντικατέστησε πιθανότατα αρχαιοελληνικές ή ρωμαϊκές γιορτές, όπως
τα Σατουρνάλια, τα Κρόνια κ.ά., συνδεδεμένες με τις χειμερινές τροπές του ήλιου (το χειμερινό ηλιοστάσιο στις 22 Δεκεμβρίου).
Περιλαμβάνει τις ημέρες από την παραμονή των Χριστουγέννων (24 Δεκεμβρίου) έως την παραμονή των Θεοφανείων (5 Ιανουαρίου). Έτσι, είναι φυσικό, οι χριστιανικές γιορτές, όπως είναι η Γέννηση του Χριστού, η εορτή του Αγίου Βασιλείου, η Περιτομή και η Βάπτιση να έχουν συνδεθεί με ειδωλολατρικές συνήθειες που αποσκοπούσαν στον εξευμενισμό των δαιμονικών όντων και στην ευετηρία (καλή χρονιά).
Κύριο χαρακτηριστικό των ημερών αυτών είναι οι αγερμοί (κάλαντα) από μικρούς και μεγάλους, οι μεταμφιέσεις, οι προληπτικές ενέργειες για το καλό της χρονιάς κ.ά.
Τα παιδιά γύριζαν από σπίτι σε σπίτι, κρατώντας ελιάς ή δάφνης στολισμένα με μαλλί (σύμβολο υγείας και ομορφιάς) και καρπούς κάθε λογής, τραγουδώντας για καλύτερη τύχη και γονιμότητα της γης. Πολλά από τα παιδιά έφεραν τον κλάδο σπίτι τους και τον κρεμούσαν στην πόρτα όπου έμενε όλο το έτος, κάτι που συνηθίζουμε να κάνουμε σήμερα την Πρωτομαγιά.
Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Αποστόλου Αρβανιτόπουλου, σχετικό με τα έθιμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου και τα κάλαντα, μας διασώζει ο Φίλιππος Βρετάκος στο βιβλίο του «Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των». Στο βιβλίο αυτό ο Φίλιππος Βρετάκος αναφέρει:
«Το χριστουγεννιάτικον δένδρον συμβολίζει την αιωνιότητα της ζωής, διότι δεν γηράσκει και δεν χάνει, επομένως, την νεότητά του. Το δένδρον όμως των Χριστουγέννων δεν το ευρίσκω, εγώ τουλάχιστον, ως ξενικήν συνήθειαν, ως νομίζεται γενικώς, αλλ’ εν μέρει ως αρχαίαν ελληνικήν. Είναι, δηλαδή, υπολείμματα της περιφήμου «ειρεσιώνης», και της «ικετηρίας» των αρχαίων Ελλήνων, και μάλιστα των αρχαίων Αθηναίων. Ήσαν δε η μεν Ικετηρία κλάδος ελαίας,από του οποίου εκρέμων ποκάρια μαλλιού, και έφερον αυτόν όσοι ήθελον να ικετεύσουν τον Θεόν ομαδικώς, δια την απαλλαγήν του τόπου από δεινού τινός κακού, π.χ. από νοσήματος, πανώλους, χολέρας ή ομοίου. Ως επί το πολύ, όμως, εβάσταζε την Ικετηρίαν άνθρωπος, ο οποίος ήθελε να τεθή υπό την προστασίαν θεού και της ανωτέρας αρχής, για να προβή εις αποκαλύψεις εναντίον ισχυρών ανθρώπων ή αρχόντων.» («Κληρονομία του αρχαίου κόσμου», εφημερίς «Εθνος», 31 Δεκεμ.1937)
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Γερμανία στο τέλος του 16ου, αλλά έως τις αρχές του 19ου αιώνα δεν ήταν διαδεδομένο ευρέως – τοποθετούνταν μόνο στις εκκλησίες. Το δέντρο ως Χριστιανικό σύμβολο, συμβολίζει την ευτυχία που κρύβει για τον άνθρωπο η γέννηση του Χριστού. Σταδιακά το δένδρο άρχισε να γεμίζει με διάφορα χρήσιμα είδη- κυρίως φαγώσιμα κι αργότερα ρούχα κι άλλα είδη καθημερινής χρήσης, (κάτι που γινόταν στους αρχαίους Ελληνικούς ναούς) συμβολίζοντας την προσφορά των Θείων Δώρων. Στην σύγχρονη Ελλάδα το έθιμο το εισήγαγαν οι Βαυαροί με τον στολισμό στα ανάκτορα του Όθωνα το 1833. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο το δέντρο με τις πολύχρωμες μπάλες μπήκε σε όλα τα ελληνικά σπίτια.
Αρχαιοελληνική ρίζα έχει -κατά μία εκδοχή- και το χριστουγεννιάτικο έλκηθρο του Άγιου Βασίλη που το κινούν ιπτάμενοι τάρανδοι. Τον μήνα Δεκέμβριο, οι Έλληνες γιόρταζαν τον
Διόνυσο αλλά και τον
Φωτοφόρο Απόλλωνα-Ηλίου παριστάνοντας τον πάνω στο
ιπτάμενο άρμα του, να μοιράζει το φως. Με την έλευση του Χριστιανισμού το άρμα έγινε έλκηθρο, τα άλογα έγιναν τάρανδοι και το «δώρο» του φωτός που μοίραζε στους ανθρώπους …έγινε κυριολεκτικά «μοίρασμα δώρων».
Τέλος το κόψιμο της
βασιλόπιτας αποτελεί εξέλιξη του αρχαιοελληνικού εθίμου του εορταστικού άρτου, τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες πρόσφεραν στους θεούς σε μεγάλες αγροτικές γιορτές, όπως τα
Θαλύσια και τα
Θεσμοφόρια.
Ανεξαρτήτως της προέλευσης των εθίμων, τα Χριστούγεννα ανέκαθεν αποτελούσαν περίοδο γιορτής και χαράς για όλους και κυρίως για τα παιδιά.